Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Επαναστατική προοπτική, αντάρτικο πόλης και αναρχία


[Το κείμενο αυτό είναι μια περιληπτική μεταφορά της πολύωρης συζήτησης που έγινε τη δεύτερη μέρα (16 Νοεμβρίου 2010) του αναρχικού διήμερου στο Πολυτεχνείο της Αθήνας]
Επαναστατική προοπτική, αντάρτικο πόλης και αναρχία (Μέρος Α΄)
«Στους άγριους καιρούς το πνεύμα της δημιουργίας βρίσκεται αντιμέτωπο με τερατογενέσεις».

α) Ο Απελευθερωτικός αγώνας
Η κατανόηση κάθε ζητήματος γίνεται ευκολότερη όταν υπάρχει αναφορά στις ρίζες, στις πηγές, στο σημείο δηλαδή που θεωρείται ως αφετηρία. Ο,τιδήποτε αρχίζει από το μέσον, το τέλος ή ένα οποιοδήποτε άλλο σημείο για λόγους ευκολίας ή σκοπιμότητας οδηγεί σε λαθεμένες ή εκτός τόπου διαπιστώσεις και συμπεράσματα.
Αυτό, λοιπόν, το δίδαγμα που μας έχει δώσει η ζωή, πολλές φορές οι άνθρωποι το ξεχνούν κάτω από την επίδραση των τεχνασμάτων που χρησιμοποιεί η εξουσία και οι κάθε είδους εκφραστές της μέσω της πολιτικής και της ιδεοληψίας. Μέσα από το «τώρα» οι άνθρωποι εξαναγκάζονται να ξεχάσουν με τον καιρό το χθες και ακόμα πιο πίσω να ξεχάσουν τις ρίζες τους. Το «τώρα» γίνεται «χθες» αντικαθιστώντας το πρωταρχικό, το ουσιώδες, αυτό που λέμε ρίζα. Έτσι το βασικό, το θεμελιακό στοιχείο του κάθε ζητήματος υποκαθίσταται και οι άνθρωποι, φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν σε δεδομένα που δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια.

Ας μην πάμε πολύ μακριά. Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν αυτονόητη την ύπαρξη κράτους και εξουσιαστικών σχέσεων. Αποδέχονται τη λογική των κρατούντων και απομακρύνονται από την ουσία. Το ότι «χθες» υπήρχε κράτος τους ωθεί να πιστέψουν πως πάντα υπήρχε κράτος, ότι είναι φυσικό επακόλουθο και αναπόσπαστο μέρος των συνθηκών ύπαρξης των ανθρώπων. Το «χθες» όμως δεν είναι η αυγή της ανθρωπότητας, ούτε καν η αρχή της ζωής των διαφόρων όντων πάνω στον πλανήτη. Απλώς πρόκειται για ένα σημείο σε μια μεγάλη πορεία που διανύθηκε και μάλιστα είναι το κοντινότερο προς το σήμερα. Αλλά, ταυτόχρονα, είναι άπειρα πιο απομακρυσμένο από το ξεκίνημα, από το σημείο, δηλαδή, όπου άρχισαν όλα, άλλαξαν πορεία και οδηγήθηκε η ανθρωπότητα στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα.
Αυτή η μικρή αναφορά γίνεται επειδή εφ' όσον υπάρξει μια μικρή, έστω, προσέγγιση με την απέραντα παρεχόμενη γνώση και εμπειρία, που έχει συσσωρευτεί έως σήμερα, θα επιβεβαιωθεί πως οι ανθρώπινες ομάδες έζησαν για εκατομμύρια χρόνια χωρίς εξουσία. Θα αποδειχτεί, όπως επιβεβαιώνεται και από τις συνθήκες που επικρατούν, πως η εξουσία και η συγκροτημένη της μορφή, τα κράτη, αποτελούν προϊόντα καταναγκασμού και συνεπώς μιας αφύσικης ροής των πραγμάτων, μιας αρνητικής και σκοτεινής πλευράς, τόσο σε σχέση με τους ανθρώπους όσο και γενικότερα. 
Έχει, λοιπόν, μεγάλη σημασία να διευρύνονται οι ορίζοντες σκέψης και δράσης των ανθρώπων, αγωνιζόμενων και μη, επειδή με αυτό τον τρόπο γκρεμίζονται τα τείχη του σκοταδισμού και της υποταγής, της «τύφλωσης» που προέρχεται από την επιβεβλημένη διαστρέβλωση της αλήθειας και από την άγνοια, την μερικότητα, την αποσπασματική χρήση εννοιών, την διαχωριστική και διαχωρισμένη πράξη που προέρχεται από τέτοιου είδους συνθήκες.
Είναι πολλά τα παραδείγματα και τα πειράματα που αποδεικνύουν ότι μια πράξη που επιβάλλεται στην αρχή γίνεται συνήθεια χωρίς να υπάρχει επίγνωση του σκοπού ο οποίος υπηρετείται, είναι δυνατό να κατασκευάσει ένθερμους υποστηρικτές και ανέμελους αποδέκτες της υποταγής.
Σε άμεσο συσχετισμό με όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, στα οποία θα μπορούσαν να προστεθούν και χιλιάδες ακόμα παραδείγματα, είναι κοινά αποδεκτό πως κανείς δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί αξιόπιστος (εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες θα απευθυνόταν σε ανθρώπους με περιορισμένη αντίληψη) εάν παρουσίαζε ως ολοκληρωμένο συμπέρασμα για ένα έργο τέχνης την εικόνα ή την αντίληψη που έχει από μία λεπτομέρεια αυτού του έργου. Το ίδιο θα ίσχυε σε σχέση με ένα μουσικό έργο του οποίου ακούστηκε ένα μικρό απόσπασμα κ.ο.κ.
Επομένως, μένει να αναρωτηθεί κάποιος: «Τι είδους εικόνα για τον επιδιωκόμενο σκοπό θα μπορούσε να υπάρξει από ένα τμήμα το οποίο αποσπάται από την συνολική προσπάθεια για μια ελεύθερη και δημιουργική ζωή; Θα μπορούσε να θεωρηθεί ωφέλιμο για μια τέτοιου είδους προοπτική;».
Σε αυτά τα ερωτήματα, λοιπόν, μπορούμε αβίαστα να απαντήσουμε και να συμβάλουμε καθοριστικά με βάση τον τρόπο αντιμετώπισης των ζητημάτων, ο οποίος δεν είναι άλλος από την πλήρη αναφορά στις ρίζες και τα πρωταρχικά χαρακτηριστικά που αφορούν το κάθε ένα από αυτά τα ζητήματα και στην προκειμένη περίπτωση σ' αυτό της απελευθερωτικής προσπάθειας.
Ας έρθουμε τώρα στην απελευθερωτική προσπάθεια και τον απελευθερωτικό αγώνα. Πρόκειται για δύο πραγματικότητες που αφορούν τις διάφορες δραστηριότητες των ανθρώπων με τις οποίες αποσκοπούν στην αποδέσμευσή τους από συνθήκες καταπίεσης κι εκμετάλλευσης.
Η απελευθερωτική προσπάθεια συνιστά μέρος του απελευθερωτικού αγώνα. Το σύνολο από τέτοιες προσπάθειες συνθέτει τον απελευθερωτικό αγώνα, τα συστατικά του οποίου χρειάζεται να προσδιοριστούν με βάση ορισμένα χαρακτηριστικά. Ο απελευθερωτικός αγώνας, επομένως, περιλαμβάνει ένα σύνολο πολύμορφων προσπαθειών και δραστηριοτήτων.
Το ενδιαφέρον σ' αυτή την περίπτωση βρίσκεται στον προσδιορισμό του χαρακτήρα της απελευθερωτικής προσπάθειας. Αυτό συμβαίνει επειδή η έννοια της απελευθέρωσης είναι τόσο γενική όσο και συγκεκριμένη. Με γενικούς όρους είναι φανερό πως δεν προσδιορίζουμε το είδος της απελευθέρωσης στο οποίο αποσκοπούμε. Όταν υπάρχει συγκεκριμενοποίηση τότε ο απελευθερωτικός αγώνας αποκτά χαρακτηριστικά όπως: αντιαποικιακός, εθνικοαπελευθερωτικός, ενάντια σε μια συγκεκριμένη δυναστεία, ενάντια σε μια μορφή διακυβέρνησης, αναρχικός κλπ. Ανάλογα, λοιπόν, με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα η δράση προς απελευθέρωση επιλέγει ορισμένα συστατικά του απελευθερωτικού αγώνα και τα χρησιμοποιεί.
Στην περίπτωσή μας, του αναρχικού απελευθερωτικού αγώνα, τα χαρακτηριστικά αυτά θα πρέπει να προωθούν και να αναπτύσσουν το ανθρώπινο πνεύμα και τη δράση προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης, με την ολική διάσταση που έχει αυτή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν ένα μονοδιάστατο και τυποποιημένο χαρακτήρα, δεν είναι δηλαδή κάποιες συγκεκριμένες πρακτικές, αλλά είναι συστατικά μιας δραστηριότητας, η οποία χαρακτηρίζεται από πολυμορφία και, σε κάποιες περιπτώσεις, από συνθετότητα.
Απαραίτητη, επίσης, προϋπόθεση για την πραγματοποίηση δράσεων προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης με την ολική της διάσταση, είναι να προσδιοριστούν τα συστατικά της πολύπλευρης δραστηριότητας και να επαναοικειοποιηθούν από τους ανθρώπους.
Εδώ έρχεται να τεθεί το ερώτημα, αν αυτή η επαναοικειοποίηση αφορά το σύνολο των προσπαθειών και δραστηριοτήτων ή ορισμένες από αυτές.
Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός πως η ολική απελευθέρωση, στην οποία αναφερόμαστε και η οποία τείνει να ταυτιστεί με την απελευθερωτική αναρχική δράση δεν θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει ένα συνονθύλευμα από δραστηριότητες που αλληλοαναιρούνται ή μετουσιώνουν το πνεύμα και παραχαράζουν την πορεία της ολικής απελευθερωτικής προσπάθειας.
Χρειάζεται και πάλι να διευκρινιστεί πως όταν γίνεται αναφορά στην πολυμορφία των κοινωνικών αγώνων προφανώς δεν εννοούμε το τσουβάλιασμα όλων των πρακτικών που έχουν εκφραστεί στον κοινωνικό χώρο, τόσο πρόσφατα όσο και ιστορικά. Θεωρούμε πως ξεχωρίζουν και είναι επαναοικειοποιήσιμες εκείνες οι πρακτικές που συμβάλλουν με ουσιαστικό τρόπο στην συνολική απελευθέρωση των ανθρώπων αλλά και του περιβάλλοντός τους, αποδεσμεύοντας τους από τα χαρακτηριστικά και τις εξαναγκαστικές συνθήκες στις οποίες βρίσκονται. Πρόκειται γι' αυτές που εξυψώνουν την ανθρώπινη φύση και δημιουργούν μια άλλη διάσταση σχέσεων, τόσο ανάμεσα στους ανθρώπους όσο και με τα υπόλοιπα συστατικά του πλανήτη αλλά και ευρύτερα. Αναφερόμαστε σε εκείνες τις θαυμαστές εκφράσεις της ανθρωπινότητας που έχουν συμπιεστεί μέσα από χιλιετίες σκλαβιάς και που η όποια απόπειρα αποδέσμευσής τους δεν μπορεί να αποκτήσει λειτουργικές διαστάσεις μέσα στο πνιγηρό και μολυσματικό περιβάλλον των εξουσιαστικών σχέσεων.
Γι' αυτό είναι απαραίτητο, σε κάθε περίπτωση, να υπενθυμίζουμε και να τονίζουμε πως το καθοριστικό σημείο για τους αναρχικούς είναι μεν η καταστροφή των εξουσιαστικών σχέσεων, δομών, θεσμίσεων και ιδεολογημάτων, αλλά δεν σταματά μόνο σ' αυτά επειδή έχει ευρύτερες διαστάσεις και προοπτικές. Επειδή, η αναρχία δεν ήταν και δεν θα μπορούσε να είναι ένα πολιτικό σύστημα.
Επομένως, η δράση με σκοπό την ολική απελευθέρωση δεν σημαίνει πως επιλέγονται όλες οι πρακτικές που έχουν κατατεθεί από τους ανθρώπους μέσα στο συνολικότερο πλέγμα που ορίζεται ως γενικός κοινωνικός ανταγωνισμός (κοινωνικός ανταγωνισμός με την ευρεία έννοια).
Σε ό,τι αφορά την απελευθέρωση καθ' εαυτή, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως πρόκειται για μια γενική έννοια, που μπορεί μεν να περιλαμβάνει πολλές επί μέρους έννοιες απελευθερωτικών προσπαθειών, ωστόσο παραμένει από μόνη της τόσο αόριστη ώστε στερείται της οποιασδήποτε ουσιαστικής δυναμικής, παρά την ευρύτητα που έχει. Αυτό συμβαίνει επειδή αυτή η ευρύτητα είναι αφηρημένη και δεν έχει την δυνατότητα να υλοποιηθεί αυθύπαρκτα. Επιμερίζεται, συνεπώς, στα επί μέρους συστατικά της. Αντίθετα, η ολική (και ιδιαίτερα η αναρχική) απελευθερωτική προσπάθεια, παρά το ότι φαινομενικά αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης έννοιας, στην πραγματικότητα την υπερκαλύπτει λόγω της αποσαφηνισμένης ευρύτατης διάστασης, της δυναμικής και της προοπτικής που έχει.
Σε σχέση, τώρα, με την πολυμορφία των κοινωνικών αγώνων χρειάζεται να αποσαφηνιστεί πως δεν σχετίζεται με διαχωρισμένες δραστηριότητες που ενώνονται μέσα από κάποιο ορατό ή αόρατο κέντρο που λέγεται κομματικός μηχανισμός ή κίνημα. Η αναρχική δράση είναι πολύμορφη και δεν επιδέχεται διαχωρισμούς και ειδικότητες. Συνεπώς,αποδεχόμαστε την ολικότητα, –που αποτελεί θεμελιακή αναρχική άποψη–, και παλεύουμε γι' αυτήν. Παλεύουμε για την καταστροφή της κάθε ειδικότητας και των διαχωρισμών, επειδή θεωρούμε ότι οι άνθρωποι έχουν δυνατότητες για όλα. Γι' αυτό και η πολυμορφία ανήκει σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, ατομικά ή συλλογικά, προς την έκφραση τής οποίας θα πρέπει να υπάρχει διαρκής στόχευση.

β) Η επαναστατική προοπτική
Σύμφωνα με τα όσα εκτέθηκαν προηγουμένως, η επαναστατική προοπτική είναι συνυφασμένη με το είδος του απελευθερωτικού αγώνα που έχει επιλεγεί και προωθείται. Συνεπώς, η επαναστατική προοπτική καθορίζεται από το κατά πόσον ο απελευθερωτικός αγώνας είναι εθνικός, αντιαποικιακός, αντιιμπεριαλιστικός, αντικαπιταλιστικός, αναρχικός, κ.λπ.
Τόσο η επανάσταση όσο και η επαναστατική προοπτική συνιστούν αφηρημένες έννοιες που δεν μπορούν να βρουν τόπο για να σταθούν παρά μόνο στις περιπτώσεις που μειωθούν σε τέτοιο σημείο ώστε να πάρουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Υλοποιούνται, δηλαδή, ως μέσα μιας προοπτικής, ενός σκοπού με τα οποία έχουν μια ορισμένη σχέση και που δεν μπορούν να τα υπερκαλύψουν.
Ως εκ τούτου η χρησιμοποίηση του γενικού όρου «επαναστάτης» είναι κενή περιεχομένου εφ' όσον δεν προσδιορίζεται η επιδίωξη που υπάρχει. Είναι αλήθεια πως σε περασμένες εκατονταετίες (19ος αιώνας) υπήρχε σε ορισμένους κύκλους αγωνιστών και αναρχικών μια ταύτιση του όρου επαναστάτης με τον όρο αναρχικός. Αυτό όμως δεν ίσχυσε ούτε και τότε σε όλες τις περιπτώσεις.
Ο όρος αυτός μοιάζει με ένα κάδρο όπου ο καθένας καλείται να τοποθετήσει με τη φαντασία του ή με τις επιθυμίες του την εικόνα που αυτός θεωρεί πως ταιριάζει. «Μα υπάρχει κάτι καλύτερο και δημιουργικότερο από αυτό;», θα πουν μερικοί. Κι όμως. Ούτε δημιουργικό, ούτε καλύτερο είναι η συνένωση πάνω στην κενότητα και η εικονολατρεία χωρίς εικόνισμα. Επειδή, έρχεται σύντομα ο καιρός όπου οι αοριστίες θα βρεθούν αντιμέτωπες με σοβαρά προβλήματα και τότε είναι που ξεδιπλώνεται η γύμνια των κάθε είδους βασιλέων.
Υπάρχουν, όμως, ακόμα πιο σοβαρές καταστάσεις από την γύμνια. Είναι οι περιπτώσεις όπου πίσω από αφηρημένες έννοιες κρύβονται ή κατασκευάζονται, –με επαναλαμβανόμενες πρακτικές διαχωρισμού, φανατισμού, ιδεοληψίας και καιροσκοπισμού–, οι χειρότεροι όροι. Σε τέτοιας μορφής διαδικασίες, που δεν έχουν καμία σχέση με την διεργασία της ολικής απελευθέρωσης, εκείνο που παρατηρείται είναι μια διαρκής μετατόπιση θέσεων και απόψεων. Ένας εκλεκτικισμός και κάποια εφευρήματα, με πομπώδεις ρητορείες προσπαθούν να καλύψουν τα απύθμενα κενά. Η πολιτική τεχνική του προσεταιρισμού, του εντυπωσιασμού και η διαφήμιση είναι τα συνήθη υποκατάστατα με τα οποία επιχειρείται πολλές φορές να δοθεί παράταση στο προ-ορισμένο τέλος της μη προοπτικής.
Για να μην επεκταθούμε περισσότερο. Άτοπη και ανούσια είναι η ορολογία επανάσταση. Το ίδιο ισχύει και για τον όρο επαναστατική προοπτική. Όσοι δεν κρύβουν τις προθέσεις τους και δεν προσπαθούν να ψαρέψουν θολώνοντας τα νερά δηλώνουν ξεκάθαρα αυτό που θέλουν και για το οποίο αγωνίζονται και προσδιορίζουν με σαφήνεια τους στόχους τους, από τους οποίους διαφαίνεται ο ολικής ή περιορισμένης στόχευσης απελευθερωτικός χαρακτήρας της δράσης τους. Σε πλήρη, μάλιστα, διαφοροποίηση από την ολική απελευθέρωση βρίσκεται η περιορισμένη στόχευση η οποία αποδίδεται πολύ σωστά με τον όρο ΑΝΑΤΡΟΠΗ, που δεν σημαίνει μια διεργασία για την πλήρη καταστροφή των εξουσιαστικών σχέσεων, των μηχανισμών και των κάθε είδους δομών, αλλά την αντικατάστασή τους. Η επανάσταση, για παράδειγμα, του 1821 στον ελλαδικό χώρο παρά το γεγονός πως είχε μικτά χαρακτηριστικά στο τέλος κατέληξε στην αντικατάσταση της Οθωμανικής εξουσίας από μία άλλη.
Θα πρέπει, επίσης, να ειπωθεί πως η ανύψωση του όρου επανάσταση σε βάθρο ανάλογο με αυτό κάποιας θεότητας αποκαλύπτει μια άλλη πραγματικότητα απ' αυτή που επιχειρείται να παρουσιαστεί. Στην προκειμένη περίπτωση το μέσον που είναι η επανάσταση γίνεται σκοπός. Δεν έχει σημασία αν παρ' όλα αυτά γίνεται επίκληση της πολυμορφίας των κοινωνικών αγώνων ή της πολύμορφης δράσης (για τις απόψεις εκείνες που βγάζουν σπιθουράκια στο άκουσμα της λέξης κοινωνία). Στην πράξη υπάρχει πλήρης άρνηση της πολυμορφίας, από τη στιγμή που αποδίδεται κυριαρχικός ρόλος σε ένα μέσο, είτε αυτό είναι όρος (όπως η επανάσταση) είτε υλικό αντικείμενο (όπως η βόμβα, το πιστόλι ή και τα δύο). Η εξειδίκευση και ο διαχωρισμός είναι δύο καταστάσεις ανταγωνιστικές προς την ολική απελευθερωτική προσπάθεια.
Ας ξαναγυρίσουμε στην πολυμορφία των κοινωνικών πρακτικών (ή κατ’ άλλους πολύμορφη δράση). Τα μέσα που επιλέγονται από όσους αγωνίζονται για την ολική απελευθέρωση και έχουν ως άμεση προτεραιότητα την αναρχική επανάσταση, εκτός του ότι πρέπει να εφαρμόζονται με τρόπο που να αναδεικνύει τον σκοπό, είναι απαραίτητο να τους αποδίδεται η ίδια σημασία. Κι αυτό χρειάζεται να γίνεται επειδή, ανεξάρτητα από την ισχύ που έχουν, δεν μπορούν από μόνα τους να οδηγήσουν στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αλλά υπάρχει και ο σοβαρότερος λόγος, σύμφωνα με τον οποίο δεν μπορούν να υπόκεινται σε εμπορευματική κοστολόγηση.
Μπορούμε, τώρα, να αναφερθούμε σε ένα τουλάχιστον παράδειγμα από τη σύγχρονη ιστορία των κοινωνικών αγώνων. Τρακατρούκες ή όχι, οι βομβιστικές επιθέσεις στη διάρκεια της δικτατορίας δεν θα μπορούσαν να συνταράξουν το κράτος και το καθεστώς όπως η μεγάλη εξέγερση του Νοέμβρη του 1973. Χωρίς να υποβαθμιστεί η σημασία αυτών των ενεργειών, θα πρέπει να επισημανθεί η μεγάλη αλήθεια πως οι προκηρύξεις, οι διαδηλώσεις, οι κινητοποιήσεις, οι ανοιχτές και κλειστές οργανωτικές προσπάθειες, οι βίαιες πρακτικές είχαν την ίδια σημασία σε σχέση με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Καμία από μόνη της δεν είναι ικανή να φέρει κάποιο καθοριστικό αποτέλεσμα, ενώ αντίθετα όλες μαζί αλληλοσυμπληρώνονται.
Και για να μην απεραντολογήσουμε, ένα μυδραλιοβόλο μπορεί να έχει κάποια αποτελέσματα σε μια οδομαχία αλλά είναι ανίσχυρο απέναντι σε ένα τεθωρακισμένο άρμα μάχης, το οποίο, όμως, μπορεί κάλλιστα να εξουδετερωθεί από τη χρήση βόμβας μολότωφ, ενώ -για να δώσουμε μία ακόμα προέκταση του παραδείγματος- μια αντιαρματική ρουκέτα δεν μπορεί να γίνει αποτελεσματική αν ο χειριστής της δεν καλύπτεται πίσω από ένα φυσικό ή τεχνητό οδόφραγμα και εάν δεν υπάρχουν κάποια επί μέρους μέσα για την εκτόξευσή της, κ.ο.κ.
Μετά από τα όσα εκτέθηκαν σε σχέση με την κενότητα του όρου επαναστατική προοπτική, μέσω του οποίου με την γενικότητα και την αφαίρεση επιδιώκεται σε πολλές περιπτώσεις να κατασκευαστεί μια ομπρέλα που έρχεται να ενεργήσει με εξουσιαστικό τρόπο απέναντι στις διάφορες απελευθερωτικές πρωτοβουλίες και διεργασίες, εύκολα γίνεται προσδιορίσιμος ο δρόμος, το μέσο και η άμεση στόχευσή μας: μιλάμε ανοιχτά και ξεκαθαρισμένα γιααναρχική προοπτική ή, με μια άλλη διατύπωση, για μία πλευρά του απελευθερωτικού αγώνα που, με βάση την αναρχική θεώρηση και πράξη, συμβάλλει στην υλοποίηση της ολικής απελευθέρωσης (την αναρχία) χρησιμοποιώντας ΚΑΙ το μέσο της επανάστασης.
Από εδώ αναδεικνύεται η πραγματική διάσταση, σύμφωνα με την οποία η αναρχία εμπεριέχει το επαναστατικό μέσο και δεν υπερκαλύπτεται, ούτε προσδιορίζεται, από αυτό. Επομένως δεν χρειάζεται να της επιδοθεί ο προσδιορισμός της «επαναστατικής». Τέτοιου είδους χαρακτηρισμοί οδηγούν στην σκέψη πως όσοι προβαίνουν σε τέτοιες διακηρύξεις, ή δεν έχουν κατανοήσει την ουσία της αναρχικής θεώρησης ή πως έχουν βουτηχτεί μέσα στο εξουσιαστικό τέλμα της αριστερής και αριστερίστικης λογικής.
Είναι αυτή η λογική της πρωτοπορίας και της πρωτοκαθεδρίας που σαφώς είναι ανταγωνιστική προς την αναρχία. Ακόμα πιο δυσάρεστο είναι το ότι παραπέμπει ευθέως στην κουραστική και απογοητευτική ρητορεία περί επαναστατικής και μη αριστεράς, επιθετική και μη, επαναστατικού και ρεφορμιστικού κόμματος κ.ο.κ. Εννοείται πως η προσφυγή σε τέτοιες ρητορείες σχετίζεται όχι απλά με πολιτικές αλλά με πολιτικάντικες και σπεκουλάντικες μεθοδεύσεις. Πρόκειται για τετριμμένες και παιδιάστικες, αλλά και βαθύτατα εξουσιαστικές λογικές (ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου προβάλλονται συνειδητά) μέσω των οποίων επιχειρείται ο διαχωρισμός της αναρχίας σε επαναστατική και μη.
Με τέτοιους τρόπους προσπαθούν οι «χρήστες» του επαναστατικού προσδιορισμού να ανακηρύξουν τους εαυτούς τους ως καθαυτό επαναστάτες. Φαίνεται πως με αυτού του είδους τις διακηρύξεις επιχειρείται να οικειοποιηθεί το μη οικειοποιήσιμο. Αυτά συμβαίνουν συνήθως όταν υπάρχει απουσία οράματος. Αυτήν την απουσία έρχεται να επισκευάσει όπως-όπως η τεχνική της οικειοποίησης και η κακότεχνη λογοκλοπία.
Όσοι προκρίνουν εξουσιαστικές λύσεις χρησιμοποιώντας ταμπέλες θέλουν να αποπροσανατολίσουν και να θαμπώσουν την κριτική σκέψη. Μια πινακίδα που πίσω της υπάρχει η εξουσιαστική και διαχωριστική λογική και πρακτική. Τέτοια τεχνάσματα και μεθοδεύσεις δεν είναι πρωτόγνωρα. Έχουν χρησιμοποιηθεί περίτεχνα από το τάγμα των Ιησουιτών και δεν έχουν σχέση με τα κακότεχνα ιδιοσκευάσματα της νεωτερικής εποχής. Άλλωστε, οι καιροί της Ιησουίτικης δόξας έχουν παρέλθει. Η ιστορία μάς έχει διδάξει και οι φωτοβολίδες που προσπαθούν να εντυπωσιάσουν στο σήμερα δεν έχουν παρά την φευγαλέα διάρκεια και επίδραση που ανταποκρίνεται στην «ουσία» τους.
Σε ό,τι αφορά την λογοκλοπία και την τεχνική προβολή λέξεων και εννοιών, είναι χαρακτηριστικό πως υπάρχει απουσία εμβάθυνσης στα διάφορα ζητήματα και διαστρέβλωση της εμπειρίας που υπάρχει. Η αδυναμία κατανόησης των νοημάτων και της ουσίας που έχει διερευνηθεί και κατανοηθεί μέσα από τις εμπειρίες των αναρχικών αγώνων και αποτελούν τα απαύγασμα των όσων έχουν πρωτογενώς εκφραστεί. Ο αντιγραφέας είναι δύσκολο έως αδύνατο να παρακολουθήσει όλο το βάθος αυτής της εμπειρίας. Κι αυτή είναι η καλή όψη του πράγματος. Η κακή είναι όταν έχει κατανοήσει και επιδιώκει να αλλοιώσει μέσω του εντυπωσιασμού και της παραχάραξης εννοιών. Η θαυμαστή ενότητα του αναρχικού λόγου και η καθαρότητα των στόχων είναι αλήθεια πως ενοχλεί αφάνταστα μόνο εκείνες τις πλευρές που έχουν ιδιοτελείς και εξουσιαστικές επιδιώξεις.
Ο συνετός αγωνιστής, ο αναρχικός, δεν αυτοδιαφημίζεται. Προσπαθεί να κάνει κατανοητή στον κόσμο την ουσία των λέξεων και των εννοιών που χρησιμοποιεί και δεν προσπαθεί να παραπλανήσει με φανφάρες. Στέκεται απέναντι στα γεγονότα απολιτικά και το εννοεί. Κι αυτή η στάση βρίσκεται σε αντίθεση με εκείνες τις πρακτικές που κάνουν πολιτική μέσα από την χρήση μιας (δήθεν) απολιτικής φρασεολογίας και ρητορείας.
Ο σπεκουλάντης, ο κερδοσκόπος δηλαδή, είναι ένας κουτοπόνηρος –στην ουσία αδαής και απλά διαχειριστής λέξεων– που είναι ενδεχόμενο να ακούσει μια φράση στο δρόμο, στο καφενείο ή σε μια δημόσια συζήτηση και να σπεύσει να την κοτσάρει στο κενό οράματος μανιφέστο του, νομίζοντας πως δεν θα γίνει αντιληπτός.
Πολλές φορές μάλιστα δημοσιοποιεί γρήγορα το κατασκεύασμά του περιχαρής και πιστεύοντας πως ο χρόνος είναι κέρδος. Συμπεριφέρεται σαν τον ανταγωνιστή εμποράκο που νομίζει πως αν απλώσει πρώτος τον πάγκο του σε κάποια λαϊκή αγορά θα πουλήσει την πραμάτεια του πιο εύκολα και ακριβότερα.
Όμως, ο χρόνος είναι κάτι χωρίς πραγματικό νόημα. Και αν στην επίγεια πραγματικότητα χρησιμοποιείται σαν μέσο καταπίεσης, η ανθρωπότητα γνωρίζει πως τα ρολόγια και οι χρόνοι δεν είχαν κανενός είδους αξία πριν από εκατόν πενήντα χρόνια. Επειδή τότε –και ακόμα παλιότερα– οι άνθρωποι δεν πορεύονταν ούτε ζούσαν με τη σημερινή έννοια του χρόνου, αλλά βρίσκονταν κάπως πιο κοντά στην κίνηση του φυσικού είναι.
Από την αναρχική επαναστατική σκοπιά όλα αυτά δεν μπορούν παρά να θεωρηθούν απλά παρωνυχίδες. Όμως, η πληρότητα του λόγου που εκφράζεται μας ωθεί στο να μην παραλείπουμε να αναφερθούμε και σε τέτοια θέματα με βάση την ολικότητα, η οποία όχι μόνο πρέπει να εμπλουτίζεται αλλά και να παραμένει αδιατάρακτη από κάθε άποψη, αλλά και επειδή το εξουσιαστικό περιβάλλον έχει πάντα τη δυνατότητα να προβάλει τα λύματα σαν ιαματικό υγρό.
Ακόμα, χρειάζεται να ξέρουμε πως η ΣΥΝΘΕΣΗ, η ΕΝΟΤΗΤΑ και η ΑΡΜΟΝΙΑ λόγου, της θεώρησης και των μέσων που συνοδεύουν την αναρχική πρακτική συνιστούν και το ΟΛΟ. Αυτές είναι οι σημαντικές έννοιες που διατρέχουν το σύνολο των συντιθεμένων καταστάσεων, οι οποίες προοιωνίζουν το ανεξούσιο μέλλον.
Συσπείρωση Αναρχικών

Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΕΘΡΙΑΣ, φύλλο 100, Ιανουάριος 2011


Omnia mutanturnihil interit
 Όλα αλλάζουν, τίποτε δεν χάνεται, (Οβίδιος)
Obscuris vera involvens,
Με σκοτάδια σκεπάζεται η αλήθεια, (Βιργiλιος)

γ)Επαναστατικά τεχνάσματα και επαναστατισμός
Xρειάζεται να σταθούμε σε μερικά στοιχεία αυτού που αναφέρεται ως επανάσταση. Πρόκειται για κάποια ιδεολογήματα μέσα από τα οποία επιχειρείται να στοιχειοθετηθεί –αυθαίρετα, εξωπραγματικά αλλά και πέρα από τυχόν μεταφυσική διάσταση– η άποψη πως το μέσο μπορεί να γίνει σκοπός.
Ως «μεγαλόπνοα», όντως, παρουσιάζονται τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούνται προς μια τέτοια κατεύθυνση. Ένα αρκετά συνηθισμένο είναι αυτό κατά το οποίο ένας αριθμός από τα μέσα που συνιστούν την πολύμορφη κοινωνική δράση «συμπυκνώνεται». Αυτή η «συμπύκνωση» χρησιμοποιείται για την αναγόρευση ενός από αυτά σε ΣΚΟΠΟ. Έτσι, ακούγεται πως τα μέσα του αγώνα χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση της επανάστασης (sic!). Κι έτσι οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι καλούνται να αποδεχτούν ή να αναδείξουν ένα από τα συστατικά της πολύμορφης κοινωνικής δράσης ως αρχηγεύον και να το προωθήσουν στο θρόνο του υπέρτατου άρχοντα!
Ας προχωρήσουμε σε ένα ακόμη από τα τεχνάσματα που η εξουσιαστική τεχνική χρησιμοποιεί, προκειμένου μέσα από διαχωρισμούς να αυτοδιαφημιστεί ως καινοτόμος. Πρόκειται για την περίπτωση όπου αυτός που επιθυμεί να δυσφημήσει μια άποψη, φορά την ταμπέλα του φορέα της άποψης, την ίδια στιγμή που διαλαλεί τις πλέον απεχθείς και ανταγωνιστικές απόψεις. Πρόκειται για τον υποτιθέμενο «αντικοινωνισμό», που είναι μία κατ’ εξοχήν εξουσιαστική στάση. Πάνω σ’ αυτό χρειάζεται να υπενθυμίσουμε πως η αναρχική προοπτική αποδέχεται ως ένα από τα πολλά μέσα για την πραγμάτωσή της, την επανάσταση (όχι γενικά και αόριστα, το τονίζουμε, επειδή η διαστρέβλωση έχει τόσα ποδάρια που ξεπερνά ακόμη και αυτή τη σαρανταποδαρούσα) για την αναρχία.
Επομένως, η δράση των αναρχικών δεν μπορεί να διαχωριστεί και να σταθεί εχθρικά απέναντι σ’ αυτό που σήμερα υπάρχει και έχει προσδιοριστεί ως κοινωνία, δεδομένου πως δεν μπορεί να νοηθεί ως επαναστατική η κάθε εγωιστική καρικατούρα.
Επαναστατικό μπορεί να γίνει ό,τι συνδέεται με ένα τμήμα της κοινωνίας και τους σκοπούς που επιδιώκονται με τη δράση του. Όλα τα άλλα, που μπορεί να εμφανίζονται ως επαναστατικά, αποτελούν αστείες προσπάθειες που χαρακτηρίζονται από επαναστατισμό.
Από κει και πέρα, οι διαχωρισμοί και οι προσδιορισμοί του είδους: επαναστατικός αναρχισμός, κοινωνικός αναρχισμός και άλλες ιστορίες παιδιάστικης (αν όχι κάτι χειρότερο) νοοτροπίας, που γίνονται σκόπιμα ή μη, αντιστοιχούν σε μία εκ των προτέρων καταδικασμένη προσπάθεια υπονόμευσης των απελευθερωτικών διεργασιών.
Είναι γεγονός πως οι κάθε είδους εκφραστές τυχοδιωκτικών λογικών, μη έχοντας καμία βάση στήριξης ή απελευθερωτικής προοπτικής (ούτε καν σε ατομικό επίπεδο), σπαράζουν όπως το ψάρι μες τα δίχτυα, προσπαθώντας να παρουσιάσουν μια απάντηση (που μόνο πειστική δεν είναι) στα ζητήματα που προκύπτουν και στα αδιέξοδα που τους έχει οδηγήσει η υπερφίαλη ματαιοδοξία.
Είναι διασκεδαστική, σε πολλές περιπτώσεις, η εικόνα που παρουσιάζουν οι εκάστοτε «φορείς» του επαναστατισμού. Από πολέμιοι της αναρχικής προοπτικής μετατρέπονται σιγά-σιγά σε «τάση» της αναρχίας. Αρπάζουν φράσεις και λέξεις από δω κι από κει προσπαθούν να τις κολλήσουν όπως-όπως στα κακότεχνο κατασκεύασμά τους και στην βιαστική προσπάθειά τους να στηρίξουν ένα κτίσμα υπό κατάρρευση.
Σ’ όλη αυτή την κατάσταση δεν παραλείπεται η αναζήτηση της δημοσιότητας. Το να βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων, ακόμα και με τις πλέον αρνητικές τοποθετήσεις, πιστεύεται πως είναι χρήσιμο για ένα τόσο σαθρό κατασκεύασμα όπως αυτό. Η ελπίδα του να τραφεί από την αρνητική διαφήμιση, απορροφώντας ενέργεια και προκαλώντας βάθεμα μιας διχαστικής κατάστασης με την χρησιμοποίηση ενός κενού από περιεχόμενο και προοπτική λόγου, είναι εμφανής στις περισσότερες από τις σπασμωδικές κινήσεις που γίνονται κατά καιρούς.
Κάθε νοήμων άνθρωπος, που αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα η οποία υπάρχει γύρω του και δείχνει τον απαιτούμενο σεβασμό σ’ αυτά που διακηρύσσει, γνωρίζει πως δεν αρκεί η ανακοίνωση και η διαφήμιση μιας ταυτότητας (π.χ. αναρχικός, αντιεξουσιαστής, αριστερός, επαναστάτης σοσιαλιστής, επαναστάτης αναρχικός, επαναστάτης αριστερός, αναρχικός συνδικαλιστής, αναρχικός σοσιαλιστής κ.ά.).
Γίνεται αντιληπτό πως απαιτείται η διαρκής επιβεβαίωσή αυτής της ταυτότητας με πράξεις και οράματα, με ένα ουσιαστικό περιεχόμενο, όπου υπάρχει μια αλληλένδετη λειτουργία κι όχι με αόριστες έννοιες του είδους: τιμή, υπερηφάνεια, ηθική, αξιοπρέπεια κ.λπ. Επειδή, τέτοιες έννοιες έχουν πλημμυρίσει τις διακηρύξεις όλου του φάσματος των ιδεολογικοπολιτικών αποχρώσεων, από την λεγόμενη άκρα αριστερά έως την λεγόμενη άκρα δεξιά.
Οι απληροφόρητοι χρειάζεται να μάθουν πως έχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι εποχές της αοριστίας και της προσπάθειας ψαρέματος σε θολά νερά. Κι αν ακόμα ισχύει, εν μέρει, αυτή η συνθήκη, είναι βέβαιο πως οι υπερφίαλοι και οι «πρόθυμοι» θα λιγοστεύουν με γεωμετρική πρόοδο. Σε μια πιο δραματική έκφραση αυτών των φαινομένων, έρχεται η αντιστροφή των «αντιθέτων». Μια «αντιστροφή» που επιβεβαιώνει πως η επανάσταση κρύβει μέσα της την αντεπανάσταση με τον ίδιο τρόπο που η παρανομία κρύβει μέσα της το νόμο και αντίστροφα.
Όμως, το ζήτημα που αφορά τους ανθρώπους δεν βρίσκεται στις όποιες ονοματοδοσίες, χωρίς να σημαίνει πως τους αφήνουν αδιάφορους. Το θέμα είναι πως ο Κόσμος, ιδιαίτερα σε σχέση με την αναρχία, αναζητά, πλέον, το πώς, το γιατί και το τί. Και σ’ αυτό το σημείο είμαστε υποχρεωμένοι να αφήσουμε στην άκρη την αδιαφορία του παρελθόντος. Η συγκάλυψη πίσω από ετικέτες αποδεικνύει την ανυπαρξία προοπτικής, οράματος και στόχων που να συμπορεύονται με και προς την αναρχία. Είναι λόγια κενά περιεχομένου που φαντάζουν ισχυρά. Αυτό είναι που δεν χρειάζονται οι άνθρωποι. Αυτό είναι που δεν χρειαζόμαστε κι εμείς οι αναρχικοί. Οι άνθρωποι χρειάζονται πειστικά οράματα και προοπτική, όχι για να καθοδηγηθούν αλλά για να τα εμπλουτίσουν και να δημιουργήσουν έναν κόσμο ελευθερίας χωρίς κράτη και εξουσία.
Και εδώ είναι που το καίριο ερώτημα εξακολουθεί να τίθεται: Η καταστροφή του συστήματος κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης θα γίνει από τον κόσμο που θα ξεσηκωθεί μέσα από μια συνεχή, λειτουργική και απελευθερωτική διεργασία, την οποία οφείλουμε να προβάλλουμε και να εμπλουτίζουμε ως αναρχικοί μέσα στον κοινωνικό χώρο ή θα ανατεθεί σε κάποια ομάδα ειδικών και «αποφασισμένων» ατόμων; Στη δεύτερη περίπτωση έχουμε μια συνειδητή και συστηματική προσπάθεια ευνουχισμού των ανθρώπων και των δυνατοτήτων που αυτοί έχουν. Η ανάθεση γίνεται σε ειδικούς, που αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν το έργο χρησιμοποιώντας «πολύμορφα» μέσα.
Όμως, η ειδίκευση εμπεριέχει την παθητικοποίηση και την αποδυνάμωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων, στην ανάπτυξη των οποίων εμείς οι αναρχικοί οφείλουμε να συμβάλλουμε με κάθε δημιουργικό και απελευθερωτικό τρόπο.
Αξιοσημείωτο είναι το ότι αυτή η παθητικοποίηση, παρά το γεγονός πως πρωταρχικά στρέφεται προς τον υπόλοιπο κοινωνικό χώρο μη αναγνωρίζοντάς του κανένα δικαίωμα να δράσει με τρόπο ανεξάρτητο από τις επιρροές των μηχανισμών και θεσμών χειραγώγησης, στη συνέχεια, επιμερίζεται και σ’ όλο το πλέγμα των ειδικών, συγκροτώντας μια δομή με γραφειοκρατικό χαρακτήρα. Ο επαναστατισμός χαρακτηρίζεται από το «προνόμιο» να δρα τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια κινητοποιήσεων, με τρόπο που να αποτρέπει τα δημιουργικά χαρακτηριστικά που –σε συνθήκες όπως αυτές που διανύουμε– υπάρχουν εν δυνάμει και τις οποίες δεν χρειάζεται ιδιαίτερη νοημοσύνη για να κατανοήσει ή έστω να τα αντιληφθεί κάποιος.
Τίθεται σε χρήση, ως άλλοθι, μια μονότονα επαναλαμβανόμενη θεωρία περί προβάτων και βοσκών, χωρίς να είναι εύκολο να κρυφτεί η πρόθεση αυτών που την επικαλούνται πως στην ουσία θέλουν να αντικαταστήσουν τους υπάρχοντες βοσκούς.
Έτσι αυτοί που εξορκίζουν την παθητικοποίηση, την θεσμοθετούν στην πράξη για να την χρησιμοποιήσουν στη συνέχεια ως άλλοθι. Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο που, όμως, εκτός από τον ευνουχισμό, ουσιαστικά προσπαθεί να οδηγήσει στα χέρια των κατασταλτικών δυνάμεων τις αντιδράσεις που πηγάζουν από την συγκρουσιακή διάθεση των ανθρώπων.
Ο επαναστατισμός δεν μπορεί ή και δεν θέλει να καταλάβει (σε ορισμένες περιπτώσεις σκόπιμα) πως οι καιροί δεν είναι πάντοτε ίδιοι. Χρησιμοποιεί τη δογματική στάση για να στρεβλώσει, μέσα από την ευχέρεια που δίνει η κακομεταχείριση του λόγου, η κακόβουλη διάθεση και η κρυψίνοια.
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο χρειάζεται να ειπωθεί, πως η αναρχία γεννήθηκε μέσα από τις προγενέστερες των κοινωνιών ανθρώπινες ομάδες, ανδρώθηκε μέσα στις κοινότητες, αλλά δυστυχώς εγκλωβίστηκε και διαστρεβλώνεται μέσα στον κοινωνικό χώρο από τις βασικές συνιστώσες της πολιτικής: την τεχνική, την υποκρισία και το ψέμα.
Επειδή, ένα πραγματικά σημαντικό δώρο που δόθηκε στον άνθρωπο, αυτό της ομιλίας και μετέπειτα της γραφής, μετατράπηκε από την εξουσία σε κατάρα. Η αλήθεια και η ειλικρίνεια, η άμεση εκδήλωση των σκέψεων και των επιθυμιών που είναι η καθαυτό έκφραση της ανθρώπινης οντότητας χάνεται και τη θέση της καταλαμβάνει το επεξεργασμένο ψεύδος και η συκοφαντία, η διαστρέβλωση, η υποκρισία και η υπονόμευση μέσα από το λόγο και τη γραφή.

δ) Ένοπλος αγώνας και αντάρτικο πόλης
Όσα έχουν ήδη αναφερθεί συνδέονται στενά με την εσωτερική λογική που διέπει τον ένοπλο αγώνα. Πριν όμως προχωρήσουμε, καλό θα ήταν να γίνει μια προσπάθεια διευκρίνησης σε σχέση με ορισμένα ζητήματα.
Όπως έχουμε αναφέρει, η πολύμορφη δράση περιλαμβάνει μια σειρά από στοιχεία που χαρακτηρίζονται από εμφανή βίαια χαρακτηριστικά.
Ας ξεκινήσουμε από ένα αρκετά συνηθισμένο γεγονός. Αναφερόμαστε στις συγκρούσεις που εκδηλώνονται στην διάρκεια πορειών-διαδηλώσεων. Αυτές οι βίαιες συγκρούσεις δεν ταυτίζονται με αυτό που αποδίδεται ως ένοπλη δράση, παρά το γεγονός πως κατά την εκδήλωσή τους χρησιμοποιούνται αντικείμενα που χαρακτηρίζονται ως όπλα (πέτρες, ξύλα, μολότοφ, σφυριά κ.λπ.) ή πράγματι είναι.
Αλλά, ακόμη και στην περίπτωση που υπάρξει τυχόν μεμονωμένη χρήση όπλων, όπως μαχαίρι ή πιστόλι, και πάλι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η δράση διαδηλωτών ως ένοπλη. Όμως, τα όρια της μετατροπής μιας σύγκρουσης –κατά τη διάρκεια διαδήλωσης, πάντοτε– σε ένοπλη δράση δεν είναι ασαφή: Πρόκειται για το σημείο εκείνο όπου διαμορφώνεται μια συγκεκριμένη κατάσταση, που αποκτά χαρακτηριστικά ένοπλης αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις του κράτους. Αυτή η αντιπαράθεση σημαδεύεται από τον επιθετικό χαρακτήραπου διαμορφώνει η δράση των διαδηλωτών και έχει ορισμένη διάρκεια. Συνεπώς,εξαρτάται από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδηλώνεται αυτή η ποιοτική μεταβολή μιας βίαιης δράσης σε ένοπλη.
Αυτό το μη δομημένο χαρακτηριστικό της ένοπλης δράσης είναι που μας ενδιαφέρει από αναρχική απελευθερωτική σκοπιά. Επειδή ακριβώς αυτό είναι που συμβάλλει ουσιαστικά στην αποφυγή κατασκευής εξουσιαστικών δομών. Θεωρούμε, μάλιστα, πως αυτή μπορεί να υπάρξει και εκτός των κοινωνικών κινητοποιήσεων χωρίς –και πάλι– να απαιτείται δόμησή της σε κάποιου είδους σχήμα. Επειδή τέτοιες δομήσεις είναι που μετατρέπουν (σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες) το μέσο σε σκοπό και το σχέδιο της ελευθερίας σε μια εναλλακτική εξουσία. Εκείνο που χρειάζεται είναι η πολυμορφία των κοινωνικών αγώνων και πρακτικών να μην μένει στα λόγια, αλλά να υλοποιείται μέσα στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης.
Δεν θα βοηθούσε σε τίποτε την απελευθερωτική διεργασία η δημιουργία δομών. Δώσαμε και δίνουμε μεγάλη σημασία στη δημιουργία αναρχικών ομάδων. Αυτή, όμως, η κατεύθυνση δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως μία εναλλακτική πρόταση για την κατασκευή άλλου τύπου δομών. Επειδή η αναρχική ομάδα δεν είναι δομή, ένα σχήμα που επιβάλλεται σε κάποιο μέρος ή σε κάποια σύνολα.
Ίσα-ίσα, η αναρχική ομάδα είναι ένα μέρος του όλου και ταυτόχρονα εμπεριέχει το όλο. Δεν λειτουργεί διαχωρισμένα και δεν αναθέτει σε ειδικούς τις «δύσκολες» εργασίες. Είναι ικανή για όλα, επειδή είναι οργανισμός σε ζωή και δημιουργία. Δεν αυτό-υπονομεύεται και δεν υπονομεύει απελευθερωτικές διεργασίες και πρακτικές. Λειτουργεί μέσα από ένα κοινό πνεύμα που έχει γίνει συνείδηση μέσα από πολύμορφες συνθέσεις και όχι μέσα από δομές κινήματος.
Δεν είναι του παρόντος να προχωρήσουμε σε μια εκτενέστερη τοποθέτηση για τους τρόπους δράσης αυτού του είδους. Εκείνο, όμως, που έχει σημασία είναι να παραμένει υπερκερασμένη η λογική τόσο των κάθε είδους δομών, όσο και της «παραγωγικότητας» σε καταστροφές σε πράγματα ή σε άτομα.
Η βίαιη πρακτική, εκφρασμένη μέσα από ένοπλη δράση χρειάζεται να βασίζεται στις θεμελιακές αναρχικές θεωρήσεις. Με βάση αυτές να συμβάλει στο άπλωμα της αναρχικής αντίληψης, άποψης και πρακτικής μέσα στον κοινωνικό χώρο, χωρίς συμβιβασμούς και μεσολαβητές και κυρίως πάνω σε μια διεύρυνση της αναρχικής απελευθερωτικής φιλοσοφικής σκέψης και δράσης. Δεν είναι μόνιμη αλλά ούτε και περιστασιακή. Διατηρεί ισχυρή σύνδεση με την κοινωνική δυναμική και τις δονήσεις που αυτή εκπέμπει σε κάθε φάση ή περίοδο του κοινωνικού ανταγωνισμού. Κάθε ένοπλη δράση μπορεί να επιλέγεται, στο βαθμό που είναι αναγκαία και εν δυνάμει ανακόπτει την επιθετικότητα του κράτους και των εκμεταλλευτών. Χρειάζεται να βρίσκεται σε αρμονία με την αναρχική προοπτική ενισχύοντας την αντικρατική και αντιεξουσιαστική διάθεση του κόσμου, χωρίς όμως και να τον υποκαθιστά.Αυτό σημαίνει να είναι φιλοσοφημένη και να βρίσκεται διαρκώς «μέσα στα πράγματα».
Η ένοπλη δράση αντιδιαστέλλεται ριζικά με τον ένοπλο αγώνα. Επειδή, ακριβώς, ο ένοπλος αγώνας βρίσκεται σε ανταγωνιστική σχέση με τα όσα σύντομα προαναφέραμε και πιο συγκεκριμένα με τη δόμηση και την χρονική διάρκεια που θα απαιτήσει η διεκπεραίωσή του. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά είναι που τον οδηγούν στην λογική και την διαδικασία της «αυτοπροστασίας» και κατά συνέπεια στην ανάδειξή του σαν σκοπού (από μέσο που θα μπορούσε να ήταν). Αυτό, όμως, δεν είναι το μοναδικό στοιχείο που τον κάνει ανταγωνιστικό με την αναρχική απελευθερωτική προοπτική. Είναι, ακόμη, το στοιχείο της διαπραγμάτευσης και της πολιτικής εκπροσώπησης. Κάθε ένοπλος σχηματισμός χρειάζεται την πολιτική του εκπροσώπηση. Και αντίστροφα. Πολιτικά κόμματα χρειάζονται κατά καιρούς σχηματισμούς ένοπλου αγώνα, τόσο σαν μέσο για την κατάληψη της εξουσίας, όσο και σαν διαπραγματευτικό εργαλείο απέναντι στο ήδη υπάρχον καθεστώς. Συμπτώσεις τέτοιου είδους είναι αδιαμφισβήτητο πως έχουν σαν στόχο την νομή της εξουσίας. Σ’ αυτή τη σύζευξη, σύνηθες είναι το πολιτικό τμήμα να παίζει καθοριστικό ρόλο στην ύπαρξη ή μη του ένοπλου, παρά την φαινομενική ισχύ που υποτίθεται πως έχουν οι κατέχοντες τον οπλισμό. Σ’ αυτό το θέμα τα παραδείγματα –και οι ανάλογες εμπειρίες– είναι πάμπολλα (ΙΡΑ, Βάσκοι, κ.λπ.).
Σαν ένα εργαλείο που έχει αποσπασθεί από την λειτουργική του σχέση με την συνολική απελευθερωτική προσπάθεια των ανθρώπων, ο ένοπλος αγώναςαποτελεί ένα εξουσιαστικό μέσο για το πέρασμα του κρατικού μηχανισμού από τη μία εξουσιαστική ομάδα σε μία άλλη.
Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε σ’ αυτό το σημείο. Αρκεί να επισημάνουμε πως, στο συνολικότερο πλέγμα των εξουσιαστικών επιδιώξεων και των πολιτικών σχεδιασμών και τεχνικών, η ένοπλη πτέρυγα του κάθε εξουσιαστικού μηχανισμού θα επιδείξει την ανάλογη περιφρόνηση και απαξίωση προς τους κοινωνικούς αγώνες. Είναι μια βαθειά ριζωμένη αίσθηση, από την οποία διακατέχεται, και συνειδητή στάση την οποία εκδηλώνει και ο αντίστοιχος πολιτικός σχηματισμός. Η μόνη «αναγνώριση» που μπορεί να τους δοθεί είναι του «χρήσιμου» μέσου για την κατάληψη ή την διατήρηση της υπάρχουσας εξουσιαστικής δόμησης. Και δεν μπορεί κάποιος να μην αναγνωρίσει άλλη μία εξουσιαστική αναστροφή της ουσίας που υπάρχει στο ζήτημα της απελευθερωτικής υπόθεσης: το μέσον για την κοινωνική απελευθέρωση να γίνεται μέσον για την διατήρηση της εξουσίας, με την μία ή την άλλη της μορφή.
Ερχόμαστε τώρα σε μία παράμετρο του ένοπλου αγώνα, που είναι το αντάρτικο πόλης.
Όποιος ισχυρίζεται ότι ο ένοπλος αγώνας είναι ακηδεμόνευτος ψεύδεται ασύστολα. Το ίδιο ισχύει και για τη περίπτωση του αντάρτικου πόλης. Τα γεγονότα αποδεικνύουν το εντελώς αντίθετο. Απλά η επιβεβαίωση του γεγονότος είναι ενδεχόμενο να αργήσει να αποδειχτεί. Η μόνη ακηδεμόνευτη, ίσως, περίπτωση αφορά ορισμένες ομάδες ατόμων που εμφορούνται είτε από απελπισία είτε από απερίσκεπτη παλληκαριά. Αλλά, τόσο η παλληκαριά, όσο και η απερισκεψία είναι «χαρίσματα» που ισχύουν τόσο για όσους ανήκουν σε αριστερές ή αντιεξουσιαστικές ιδεολογίες, όσο και σε όσους ανήκουν στα αντίπαλα στρατόπεδα. Οπότε δεν έχει και τόση σημασία να προβάλλεται είτε το ένα σκέλος είτε το άλλο. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως το τέλος αυτής της πρακτικής και τα αποτελέσματα δυστυχώς, έχουν επιπτώσεις στην πορεία των απελευθερωτικών αγώνων. Ο λόγος βρίσκεται στο ότι αυτού του είδους οι πρακτικές που δεν είναι απελευθερωτικές και δεν μπορούν να συμβάλλουν σε τέτοιες διεργασίες με θετικό τρόπο, ενεργούν εγκλωβιστικά, χειραγωγικά και κατασταλτικά, με αποτέλεσμα η επερχόμενη μετά την ήττα, κρατική βία και καταστολή να προκαλεί σοβαρά πλήγματα στον αγώνα των ανθρώπων για ελευθερία.
Δεν χρειάζεται να αναζητηθούν εμπειρίες από τη Λατινική Αμερική για να βγουν συμπεράσματα για το που οδηγεί μια τέτοια στάση. Η ευρωπαϊκή εμπειρία είναι αρκετή. Το «Εγχειρίδιο του αντάρτη των Πόλεων», του Κάρλος Μαριγκέλα, μπορεί να φάνταζε λαμπερό στα μάτια αγωνιζόμενων ανθρώπων πριν από σαράντα χρόνια, τώρα όμως είναι ένα κιτρινισμένο βιβλίο με εμπειρίες, που έχει βρει τη θέση του στα ράφια της ιστορίας.
Το αντάρτικο πόλης, λοιπόν, είτε κηδεμονευόμενο στα πλαίσια του ένοπλου αγώνα, είτε ακηδεμόνευτο έχει ημερομηνία λήξης. Και μάλιστα αυτή συνδέεται, συνήθως, με ήττα σε πολλά επίπεδα. Είναι αποδειγμένο πως ο ένοπλος αγώνας μπορεί να πάρει συγκεκριμένη μορφή, η οποία δεν έχει δυνατότητες να αναπτυχθεί σε συνθήκες πόλης. Έτσι, το αντάρτικο πόλης είναι το υποκατάστατο της αδυναμίας διεξαγωγής ένοπλου αγώνα. Το ιδιαίτερα αδύναμο σημείο του είναι πως είναι ευάλωτο στους κρατικούς μηχανισμούς. Ο λόγος που ισχύει αυτό οφείλεται στο ότι δραστηριοποιείται σε ένα επίπεδο, το οποίο είναι κατ’ εξοχήν προνομιακό για το κράτος.
Επί πλέον, το αντάρτικο πόλης δρα, κυρίως, ως μονάδα ανορθόδοξου πολέμου μέσα σ’ ένα ασφυκτικό περιβάλλον, είτε υπάρχει ένοπλος αγώνας στον οποίο είναι ενταγμένο, είτε κινείται μεμονωμένα.
Μια ακόμα ιδιαίτερη αδυναμία του βρίσκεται στο ότι η διεξαγωγή του αντάρτικου πόλης έχει περιορισμένη σύνδεση με κοινωνικά κομμάτια, σε σχέση με αυτήν που συνήθως απολαμβάνει η διεξαγωγή ενός ένοπλου αγώνα. Η κατάληξή του είναι να αναλώνεται σε πρακτικές είτε αυτοσυντήρησης, είτε σε μια, προκαθορισμένου φινάλε, αντιπαράθεση με τις κατασταλτικές δυνάμεις του κράτους. Η εμπειρία από την Ιταλία (Ερυθρές Ταξιαρχίες), τη Γερμανία (RAF), τη Βρετανία (Οργισμένη Ταξιαρχία), τη Γαλλία, αλλά και την Ισπανία είναι χαρακτηριστική.
Αυτές οι εμπειρίες είναι που επιβεβαιώνουν όσα έχουν αναφερθεί προηγουμένως. Κι όμως, διαπιστώνει κάποιος μια συνεχώς επαναλαμβανόμενη πορεία με μικρές παρεκκλίσεις που οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα αφήνοντας πίσω ένα ισχυρό κρατικό μηχανισμό, σακατεμένες ελπίδες και όνειρα και ένα κενό που για να αναπληρωθεί χρειάζεται πείσμα, επιμονή, διαρκή προσπάθεια και, κυρίως, καλή θέληση…
Συσπείρωση Αναρχικών
Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 101, Ιανουάριος 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες

Η λίστα ιστολογίων μου