Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009

Απαλλοτρίωση του βιβλίου "ΑΝΗΣΥΧΙΑ" των εκδόσεων Καστανιώτη

Αναφορικά με ένα γεγονός που κάποιοι θα ήθελαν να αποσιωπηθεί

Θα μπορούσε να αρχίζει κάπως έτσι: ήταν μια μέρα ηλιόλουστη… Αλλά όχι! Ήταν μια μέρα βροχερή, 15 Δεκέμβρη, και ο καιρός δεν είχε καμία σημασία. Η πόλη κοιμόταν ή μάλλον εργαζόταν αδιάκοπα στους εντατικούς ρυθμούς της κανονικότητας: το μόνο που επιτρέπεται είναι να πηγαίνει με άγχος ο καθένας στη δουλειά του. Εμείς είχαμε άλλες διαθέσεις. Πάνω στις επιθυμίες και τις ανάγκες μας είχαμε πάρει τις αποφάσεις μας. Άλλη μία ιδέα, μια ακόμα εργασία του αρνητικού. Εξάλλου, τίποτα δεν κάνει μια ιδέα πιο αιχμηρή από το να σμιλεύεται με την πραγματικότητα. Το ραντεβού ήταν προκαθορισμένο· αλλά αυτή τη φορά από μας τους ίδιους. Ξεκινήσαμε για τις εκδόσεις Καστανιώτη· στόχος μας να απαλλοτριώσουμε όσα περισσότερα αντίτυπα του βιβλίου «ΑΝΗΣΥΧΙΑ». Αντίθετα με αυτό το βιβλίο, οι δικές μας ανησυχίες δεν έχουν τιμή ούτε αξιώνουν copyright. Παρόλο που αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας σε αυτά τα κείμενα και αυτές τις πράξεις, σε κανέναν μας δεν άρεσε να βλέπει τα όνειρα του και τις αγωνίες του να γίνονται λευκώματα στα σούπερ μάρκετ της σκέψης και τροφή στις κομφορμιστικές καταναλωτικές ορέξεις του λεγόμενου αναγνωστικού κοινού. Έτσι έχοντας μελετήσει το σχέδιό μας, ήρθε ο καιρός να μπει σε εφαρμογή. Και να ‘μαστε λοιπόν μέσα στο βιβλιοπωλείο, surprise! «Γεια σας, ήρθαμε να πάρουμε κάτι που δε σας ανήκει», είπαμε. Μπορεί να έχουμε γενικότερο πρόβλημα με την ιδιοκτησία και το κεφάλαιο, αλλά έχουμε ιδιαίτερο ζήτημα με τους αφομοιωτές που πλασάρουν σαν εμπορεύματα ανατρεπτικές αντιλήψεις και πρακτικές όντας φορείς ενός πολιτισμού που μοναδικό στόχο έχει το κέρδος και μάλιστα το κέρδος πάνω σε αυτό που για μας είναι το βίωμα του Δεκέμβρη. Έτσι, αφού είχαμε εξακριβώσει σε ποια σημεία έχει κάμερες ώστε να τις αποφύγουμε, κάποιοι από εμάς στάθηκαν λίγο μακρύτερα ώστε να μας ειδοποιήσουν αν κάτι πήγαινε στραβά. Μοιραστήκαμε στο βιβλιοπωλείο όπως είχαμε κανονίσει: άλλοι στάθηκαν στην πόρτα, άλλοι εξήγησαν στους εργαζόμενους τους λόγους της μικρής γιορταστικής έκπληξης που τους είχαμε ετοιμάσει και άλλοι έβαλαν τα βιβλία στις τσάντες. Η απαλλοτρίωση ολοκληρώθηκε χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες σε λιγότερο από ένα λεπτό. Ένας υπάλληλος μας πέταξε το πλέον κλασικό. «Γιατί δεν μας τα ζητήσατε; Θα σας τα δίναμε.» Ωστόσο οι προθέσεις μας ήταν ξεκάθαρες· δεν είχαμε πάει για ζητιανιά αλλά για να απαλλοτριώσουμε τα βιβλία και να τα γυρίσουμε εκεί που ανήκουν, δηλαδή στους δρόμους. Έτσι και έγινε.

Ακολουθεί το κείμενο που μοιράστηκε στο βιβλιοπωλείο.

ΗΣΥΧΙΑ ΑΝ-ΗΣΥΧΙΑ, ΝΤΟΥ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ

Αν είχε κάποιο νόημα ο Δεκέμβρης που πέρασε, αυτό δεν περιορίζεται στη έκφραση μιας νεανικής ανησυχίας, όπως προσπαθουν να πείσουν το κοινό τους όλοι εκείνοι που επιχειρούν να μας μπάσουν στα μουσεία και στα λευκώματα για να διαιωνίσουν την απόλαυση του καναπέ τους. Και δεν περιορίζεται γενικότερα, ακριβώς γιατί εκείνος ο Δεκέμβρης δεν έχει περάσει ακόμη.
Είχε νόημα γιατί αποτελούσε συνειδητή, περισσότερο ή λιγότερο, διεκδίκηση της ζωής και του πλούτου της, των υλικών και ψυχικών όρων της, σε κάθετη ρήξη με την οργάνωση του θανάτου, είτε από μια σφαίρα μπάτσου, είτε με το σταγονόμετρο: τη ζωή που δεν ζει γιατί κάνει όλα τα υπόλοιπα: δουλεύει, καταναλώνει, δηλητηριάζεται για να αντέξει, αναπαράγεται για να ξεχάσει. Αυτό το καθημερινό αργόσυρτο ψυχορράγημα αρνηθήκαμε μαζί με χιλιάδες άλλους: μετανάστες, χουλιγκάνους, 16χρονους αλήτες, λούμπεν, τρελαμένους, πάνκηδες, αναρχικούς, κομμουνιστές και η λίστα δεν έχει τελειωμό.
Η απαλλοτρίωση του βιβλίου του ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ «ΑΝΗΣΥΧΙΑ» αναδεικνύει σε πρώτο πλάνο ξανά κάτι που στο Δεκέμβρη καθιερώθηκε ως πάγια πρακτική, αυτή της μαζικής απαλλοτρίωσης. Όπως το Δεκέμβρη απαλλοτριώθηκε-απελευθερώθηκε συλλογικά το προϊόν της δημιουργικής μας δραστηριότητας από την κυριαρχία του κεφαλαίου, έτσι και τώρα απαλλοτριώθηκε-απελευθερώθηκε το προϊόν της καταστροφικής-δημιουργικής μας δραστηριότητας εκείνου του Δεκέμβρη, από τη θεαματική σύγχυση των ιλουστρασιόν σας σελίδων. Στην ουσία όμως η απαλλοτρίωση αυτή αποτελεί μια πράξη διατήρησης της ψυχραιμίας μας – η οποία, χάριν προστασίας του πολυτελούς οικήματος σας δεν θα θέλατε να χαθεί. Ψυχραιμία που διατηρούμε, παρά την αγένειά σας να εκδώσετε υλικό μας και επιπλέον να μην αποδώσετε τα δωρεάν αντίτυπά που αντιστοιχούν στον κόπο μας. Είμαστε, βέβαια, πολλοί. Πακέτο, κ. Καστανιώτη! Βιάζεστε λοιπόν να δηλώνετε εδώ και κει (δια των εκπροσώπων σας) ότι ταχα δεν βγαίνει κέρδος από το βιβλίο αυτό. Τι μεγαλοψυχία! Το γελοίο αυτό επιχείρημα αντιμετωπίζεται με έναν απλό λογιστικό υπολογισμό, τον οποίο δεν θα μπούμε καν στον κόπο να κάνουμε. Έτσι κι αλλιώς το εν λόγω βιβλίο είναι ένα εμπόρευμα ενταγμένο σε ένα πλέγμα ομοειδών του εμπορευμάτων τα οποία παράγονται από ένα κάθετο σύστημα κερδοφορίας που ονομάζεται καπιταλιστική επιχείρηση ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ Α.Ε.
Η λογική που διέπει τις προκηρύξεις, τις αφίσες, τα αυτοκόλλητα και κάθε χειρονομία μας είναι η λογική του μοιράσματος. Δεν διεκδικούμε –αντίθετα με τους φερόμενους ως «επιμελητές» της έκδοσης— καμία δάφνη πρωτοτυπίας άρα και πνευματικής ιδιοκτησίας του μητσοτακικού νόμου 2121, τον οποίο μας πετά στη μάπα από την πρώτη σελίδα, για να μας λούσει μετά με το κύρος και την ευαισθησία (πάντα!) του κάθε μαλάκα δημοσιογράφου και γραφίστα. Είναι τόσο μαλάκες όσο και ο μέντοράς τους κυριλολαϊκός ξεμωραμένος Λευτέρης Παπαδόπουλος. Δεν διεκδικούμε την ιερότητα αυτών που κάναμε και γράψαμε, γιατί αυτά συνέβησαν στη σφαίρα της κοινής χρήσης και εκεί θέλαμε και θέλουμε να μείνουν: να μείνουν δηλαδή στο πεδίο των κοινοτήτων αγώνα που δημιουργήθηκαν και δημιουργούνται από τους-τις χιλιάδες εξεγερμένους-ες προλετάριους-ες. Άρα δεν μπορούμε να συνηγορήσουμε στην αναγόρευση όλων αυτών των ζωντανων χειρονομιών σε μουσειακό υλικό προς κατανάλωση από ευαίσθητους. Για ένα λόγο παραπάνω, αισθητικής τάξης: είμαστε αναίσθητοι. Η συγκέντρωση αρχειακού υλικού είναι αναγκαία ως εργαλείο για μελλοντική χρήση στα πλαίσια και στο εσωτερικό ενός κινήματος. Χρήσιμη, όχι ωραία. Εργαλείο, όχι φετίχ. Γνώση, όχι λεύκωμα! Το λεύκωμα είναι αμαύρωμα. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να το απαμαυρώσουμε, μοιράζοντάς το ξανά πίσω στους πραγματικούς του δημιουργούς.
Η συγκέντρωση υλικού πριν αυτό χαθεί σημαίνει και προϋποθέτει μία κρίσιμη απόσταση απ’ αυτό. Μια απόσταση που για τους επιμελητές της έκδοσης αποτελούσε πραγματικό χρόνο, όταν όλο αυτό το υλικό έβλεπε το δημόσιο φως. Και προϋποθέτει το να το ρεμβάζουν απ’ τον ασφαλή αρχιμήδειο καναπέ τους. Κάτι σαν ψαράδες ταλέντων στο χάος του μητροπολιτικού γηπέδου. Αλλά σε αυτό το γήπεδο οι εν λόγω κύριοι δεν έχουν θέση· όπως και τότε. Γι’ αυτό και μέσα στην ασφάλεια που τους προσφέρει η χρονική απόσταση και ο κόσμος της πνευματικής ιδιοκτησίας (τους) επιχειρούν καθυστερημένα να συμβάλουν σε αυτό που έγινε ένα χρόνο πριν. Αντίθετα, όμως, συμβάλλουν στην καταστολή του.
Πνευματική ιδιοκτησία σε κάτι που απαξίωσε πατόκορφα την ιδιοκτησία σημαίνει πως το πνεύμα αυτής της απαξίωσης δεν έγινε κατανοητό. Σημαίνει πως οι δύο επιμελητές δεν θέλησαν να αντιλήφθούν τους εαυτούς τους ως ένα από τα αντικείμενα του μίσους εκείνου του υλικού που τόσο ανάλαφρα συλλέγουν σε αυτή την (εχθρική) έκδοση. Σημαίνει, τελικά, πως σε έναν πραγματικά ανεστραμμένο κόσμο το αληθινό είναι μια στιγμή του ψεύτικου. Η φωτογραφική «ευαίσθητη» ματιά και η «μοναδική» θηρευτική ικανότητα των δύο επιμελητών δεν αρκούν για να περιγράψουν αυτό που μίσησε όσο τίποτα άλλο ακριβώς αυτή την ευαισθησία και αυτή τη μοναδικότητα. (Άλλωστε η θέση τους είναι σαφής και ομολογημένη∙ πίσω από μία κάμερα που συλλέγει με μανία και περίσσεια αλαζονείας το ένα μετά το άλλο τα εξωτικά γι’ αυτούς δεκεμβριανά επεισόδια). Αυτό που (δεν) εκθειάζουν σε τούτο το εμπόρευμα είναι το μίσος για τα εμπορεύματα. Αυτό που (δεν) καταδεικνύουν σε αυτή την πνευματική ιδιοκτησία είναι το μίσος για την ιδιοκτησία (και του πνεύματος).
Ό,τι γράψαμε και κάναμε βεβηλώθηκε από μας τις ίδιες όταν και όπως έπρεπε. Και έγινε πρωτίστως γιατί ρίχτηκε μέσα στη σφαίρα του μοιράσματος, της οριζόντιας και κοινής χρήσης-πράξης. Η απαγόρευση ανατύπωσης αυτού του υλικού σημαίνει πως παραβιάζει τη συνθήκη της χαριστικότητας, έτσι όπως τη συγκρότησαν τα υποκείμενά της. Μία συνθήκη που δεν αποκαθίσταται απλά με τη δωρεάν παροχή της ηλεκτρονικής εκδοχής του βιβλίου στο διαδίκτυο, όσο και αν αυτό κάνει περήφανους τους δύο επιμελητές και τους διανοητικούς τους μαικήνες. Γνωρίζουμε καλά πως μια τέτοια παροχή συνιστά την καλύτερη διαφήμιση για τον κ. Καστανιώτη. Και υπό το βάρος αυτής της γνώσης οφείλουμε να πούμε πως το ίδιο θα πράτταμε και στην υποθετική περίπτωση μιας αντίστοιχα δωρεάν έντυπης έκδοσης, ακόμη και χωρίς πνευματικά δικαιώματα. Η εξαίρεση σε έναν κανόνα δεν είναι αρκετή για να εξαλείψει την αφομοιωτική μανία και το φετιχιστικό χαρακτήρα του τελευταίου. Γιατί είναι μια εξαίρεση καταδικασμένη να τον επιβεβαιώνει. Γιατί προϋποθέτει ένα ελεγχόμενο άνοιγμα του φωτογραφικού φακού και μία ελεγχόμενα ριζοσπαστική γραφή. Τόσο ώστε ο κανόνας να μην απειλείται.
Αυτά που προηγήθηκαν και ακολούθησαν τα γεγονότα και αυτά που δεν έπαψαν ποτέ να καθορίζουν τις ανθρώπινες σχέσεις θάφτηκαν κάτω από την απομόνωση ενός Δεκέμβρη-θεάματος. Όπως θάφτηκαν και οι εκατοντάδες ώρες εκμετάλλευσης που απαιτεί μια τέτοια έκδοση. Η αλαζονική ομολογία των επιμελητών πως μέσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου «…έπρεπε…να περισυλλέξουμε όσα εξέφραζαν κάποιο νόημα» σημαίνει καταρχάς την αποικιοποίηση του ίδιου του νοήματος. Και αυτομάτως συνεπάγεται πως τα δεκεμβριανά υποκείμενα, τα λόγια και οι χειρονομίες τους δεν έγιναν κατανοητά από τους δύο επιμελητές. Και δεν θα μπορούσε άλλωστε. Γαλουχημένοι από τη γενικευμένη διανοητική σύγχυση, άλλο δεν έχουν απ’ το να τη διαδίδουν, υπηρετώντας τους κανόνες της λεγόμενης (οπτικής, μαζικής) «επικοινωνίας». Μια άλλη όμως επικοινωνία έρχεται από αλλού για να τους θάψει. Και όσο αυτή θα ζει στη δίνη ενός δεκέμβρη που δεν τέλειωσε, το ομοίωμά της θα εντοπίζει τα πιο «ευφάνταστα» σημεία ενός-δεκέμβρη-σε-απόσταση-ασφαλείας.
Σε κάθε περίπτωση, μην ιδρώνει τ’ αυτί σας∙ έχετε νέο υλικό για τη β’ έκδοση. Και για κάθε νεότερη, θα έχουμε μια τελευταία λέξη. Γιατί όπως ισχυρίζεται η περίληψη του βιβλίου «…ο κόσμος αυτός υπήρξε». Και εμείς απλά θα προσθέσουμε πως ο κόσμος αυτός υπάρχει ακόμη, και σήμερα ένα κομμάτι του επέλεξε να επισκεφθεί τις αποθήκες σας. Η ενσωμάτωσή σας θα πυροβολεί στο κενό, οι έφοδοί μας δεν θα’ χουν τέλος.

Να μας λείπει η Ανησυχία σας

Οι εχθροπραξίες συνεχίζονται

Καλά χριστούγεννα


Δεκέμβρης 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες

Η λίστα ιστολογίων μου